y
[GDK][carousel2][#5E00FF]

Ο Νίκος Καζαντζάκης γεννήθηκε στις 18 Φεβρουαρίου 1883 στο Ηράκλειο Κρήτης, ημέρα Παρασκευή, των ψυχών, και όλοι είπαν ότι θα γινόταν δεσπότης. Ο πατέρας του, Μιχάλης, με καταγωγή από τους Βαρβάρους, ήταν έμπορος γεωργικών προϊόντων και αργότερα έμελλε να γίνει μία από τις πηγές έμπνευσης για τον Καπετάν Μιχάλη, στο ομώνυμο μυθιστόρημα του γιου του.

ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ,ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ,18 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ


Μεγάλωσε σ' ένα περιβάλλον αυστηρά θρησκευτικό και υπερπατριωτικό, με το όραμα της απελευθέρωσης της Κρήτης από τους Τούρκους. Η αναζήτηση του νοήματος της ζωής ήταν η δική του εσωτερική επανάσταση στο κατεστημένο. «Να διαταράξω την τάξη, να συντρίψω το πρωτόκολλο, να ξεστρατίσω από τους προγόνους. Να αλητεύσω στ' απαγορευμένα, στις αγέρωχες κι επικίνδυνες περιοχές του αβέβαιου. Να δεχτώ ατάραχος -ακόμη περισσότερο: σαν ευλογία- την κατάρα του πατέρα και της μάνας. Να έχω το θάρρος να είμαι μόνος».

Τελειώνοντας το γυμνάσιο εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, το 1902, για να σπουδάσει νομικά. Αποφοίτησε με άριστα και συνέχισε τις μεταπτυχιακές σπουδές του στο Παρίσι, όπου και συνάντησε τον έναν από τους τρεις «μεγάλους δασκάλους» του, τον Henri Bergson -οι άλλοι δύο ήταν ο Όμηρος και ο Dante. Ο Bergson τού ενέπνευσε το όραμα της προσωπικής λύτρωσης του ανθρώπου από τα δεσμά και τα «πρέπει» χωρίς την αναμονή μιας μεταθανάτιας δικαίωσης. «Σωτηρία δεν υπάρχει», έλεγε. «Οι άνθρωποι, ο καθένας χωριστά, λυτρώνουν το θεό τους, γίνονται Σωτήρες του Θεού. Είσαι ελεύθερος άνθρωπος, όχι μισθοφόρος. Να παλεύεις χωρίς να καταδέχεσαι να ζητάς ανταμοιβή, αυτό είναι η αληθινή ελευθερία». 

Ο Νίκος Καζαντζάκης ταξίδεψε όσο λίγοι άνθρωποι. Έκανε πολύμηνα ταξίδια στη Ρωσία, την Ιαπωνία, την Κίνα, την Αίγυπτο, την Ελβετία, την Ιταλία και την Ισπανία, όπου παρακολούθησε τον εμφύλιο πόλεμο ως ανταποκριτής της «Καθημερινής», και έζησε μεγάλα διαστήματα της ζωής του στη Βιέννη, το Βερολίνο, το Λονδίνο, το Παρίσι, τη γαλλική Antibes. Εμπνεύστηκε από τα ταξίδια του, κατέγραψε τις εμπειρίες του, έγινε πολίτης του κόσμου. Ωστόσο, όπως συνήθιζε να λέει, «όπου πάω κρατώ πάντα ανάμεσα στα δόντια μου, σα φύλλο δάφνης, την Ελλάδα».

Υπήρξε ένας μεγάλος στοχαστής του καιρού του. Τίποτα δεν τον ικανοποιούσε. Βρισκόταν σε συνεχή αναζήτηση. Εργαζόταν ακατάπαυστα, μέρα και νύχτα, γράφοντας και ξαναγράφοντας, μεταφράζοντας, μελετώντας. Για μεγάλα διαστήματα απομονωνόταν για να εργαστεί -συχνά στο Άγιον Όρος, που το επισκέφθηκε για πρώτη φορά το 1914 με τον Άγγελο Σικελιανό όταν ονειρεύονταν να δημιουργήσουν μια καινούργια θρησκεία, σ' ένα αγρόκτημα στην Τσεχοσλοβακία, στην Πομπηία ή την Αίγινα, όπου απέκτησε για πρώτη φορά μια σταθερή κατοικία. Πίστευε πάντα πως «μια από τις πιο νόμιμες χαρές του ανθρώπου είναι να μοχτάει και να βλέπει πως ο μόχτος του φέρνει καρπό».

ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ,ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ,18 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ,ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ,

Ήταν βαθύτατα πολιτικοποιημένος. Λάτρης του οράματος της Μεγάλης Ελλάδας, συνεργάστηκε με τον Ελευθέριο Βενιζέλο έως την Μικρασιατική Καταστροφή. Εκεί, τον θεώρησε υπεύθυνο και απογοητευμένος αποσύρθηκε. Το 1922 ασπάστηκε τον σοσιαλισμό και ίδρυσε την πρώτη «Πολιτική Σοσιαλιστική Ομάδα» στο Ηράκλειο, με έμβλημα το τρίπτυχο Ελευθερία - Δημοκρατία - Σοσιαλισμός. Έκανε επανειλημμένα ταξίδια στη Σοβιετική Ένωση, σκέφτηκε να εγκατασταθεί μόνιμα εκεί, έγραψε σενάρια για τη Ρωσική Επανάσταση και τον Λένιν, και αντιμετώπισε δίωξη στην Αθήνα ως οργανωτής, με τον Δημήτρη Γληνό, και κεντρικός ομιλητής, με τον Παναϊτ Ιστράτι, σε μια μεγάλη συγκέντρωση για το σοβιετικό πείραμα. Αργότερα, μετά την Απελευθέρωση, θα ηγηθεί ενός μικρού κόμματος με τη φιλοδοξία να ενώσει όλες τις ομάδες της μη κομμουνιστικής Αριστεράς, με την οποία βρισκόταν ήδη σε ρήξη. Οι συνεντεύξεις που ως δημοσιογράφος πήρε από τον Ισπανό δικτάτορα Πρίμο ντε Ριβέρα και τον Ιταλό Μπενίτο Μουσολίνι, το 1926, και από τον στρατηγό Φράνκο στη διάρκεια του ισπανικού εμφύλιου πολέμου, έγιναν αιτία να αντιμετωπίσει επικρίσεις.

Σημαντικό ρόλο στη ζωή του έπαιξαν και οι γυναίκες. Παντρεύτηκε δύο φορές -το 1911 με την Γαλάτεια Αλεξίου, Ηρακλειώτισσα διανοούμενη που διατήρησε το επώνυμο Καζαντζάκη και μετά το διαζύγιό τους, και το 1945 με την Ελένη Σαμίου, πιστή σύντροφό του στα ταξίδια και τις πνευματικές αναζητήσεις από το 1924, όταν γνωρίστηκαν για πρώτη φορά στην Αθήνα, σ' ένα διάλειμμα των συνεχών μετακινήσεών του στον κόσμο. Ήταν άνθρωπος ανήσυχος, ανικανοποίητος, ιδιόρρυθμος.

ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ,ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ,18 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ,ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ,
 
Το 1952 μια μόλυνση στο μάτι τον υποχρέωσε να νοσηλευτεί για μεγάλο διάστημα στην Ολλανδία και το Παρίσι, χωρίς ωστόσο αποτέλεσμα. Η μόλυνση ήταν προχωρημένη, με αποτέλεσμα να χάσει τελικά την όραση από το δεξί του μάτι.

Την ίδια εποχή, η Ορθόδοξη Εκκλησία επιχειρεί τη δίωξή του για ιεροσυλία επικαλούμενη ορισμένες σελίδες του Καπετάν Μιχάλη και ολόκληρο τον Τελευταίο Πειρασμό. Ο ίδιος, απαντώντας στην απειλή, γράφει στους ιεράρχες: «Μου δώσατε μία κατάρα, Άγιοι πατέρες, σας δίνω και εγώ μία ευχή: σας εύχομαι να 'ναι η συνείδησή σας τόσο καθαρή όσο είναι η δική μου και να 'στε ηθικοί και θρήσκοι όσο είμαι εγώ». Ανάλογη ήταν η απάντησή του και προς το Βατικανό, το οποίο ενέγραψε τον Τελευταίο Πειρασμό στον Κατάλογο Απαγορευμένων Βιβλίων: «Ad tuum, Domine, tribunal appello». «Στο δικαστήριό Σου, Κύριε, ασκώ έφεση». Τελικά, με παρέμβαση του Οικουμενικού Πατριάρχη Αθηναγόρα που είχε δηλώσει ότι τα έργα του συγγραφέα κοσμούν την πατριαρχική βιβλιοθήκη, η Εκκλησία δεν θα προχωρήσει στον αφορισμό.

Ο Νίκος Καζαντζάκης βραβεύτηκε πολλές φορές με ελληνικά και διεθνή βραβεία για το μεγάλο συγγραφικό του έργο και τη δημόσια δράση του. Το 1946 η Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών τον πρότεινε για το βραβείο Νόμπελ μαζί με τον Άγγελο Σικελιανό. Και το 1956, προσωπικά υποψήφιος αυτή τη φορά, θα χάσει το Νόμπελ την τελευταία στιγμή, ύστερα και από παρεμβάσεις αθηναϊκών κύκλων που τον αντιμετώπιζαν σαν πολιτικά ακραίο και ηθικά επικίνδυνο.

ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ,ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ,18 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ,ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ,
 
Το 1910 ήταν ένας εκ των ιδρυτών του Εκπαιδευτικού Ομίλου μέσω του οποίου συνδέθηκε φιλικά, το 1914, με τον ποιητή Άγγελο Σικελιανό. Μαζί ταξίδεψαν στο Άγιον Όρος, όπου διέμειναν περίπου σαράντα ημέρες, ενώ περιηγήθηκαν και σε πολλά ακόμα μέρη της Ελλάδας αναζητώντας «τη συνείδηση της γης και της φυλής τους»: Αθήνα, Ελευσίνα, Δελφοί, Κόρινθος, Μυκήνες, Άργος, Τεγέα, Σπάρτη, Μυστράς κ.α. Την περίοδο αυτή ήρθε σε επαφή και με το έργο του Δάντη, τον οποίο ο ίδιος χαρακτηρίζει στα ημερολόγιά του ως έναν από τους δασκάλους του, μαζί με τον Όμηρο και τον Μπεργκσόν, ενώ ο Παντελής Πρεβελάκης, φίλος και βιογράφος του, θεωρεί πως τότε άναψε και η πρώτη σπίθα που θα έδινε έπειτα από 24 χρόνια την Οδύσεια.

Το 1915 σχεδίασαν με τον Ι. Σκορδίλη να κατεβάσουν ξυλεία από το Άγιον Όρος. Η αποτυχημένη αυτή εμπειρία, μαζί με μία άλλη παρόμοια, το 1917, όπου με έναν εργάτη, τον Γιώργη Ζορμπά, προσπαθούν να εκμεταλλευθούν ένα λιγνιτωρυχείο. στην Πραστοβά της Μάνης, μεταμορφώθηκαν πολύ αργότερα στο μυθιστόρημα Bίος και Πολιτεία του Aλέξη Zορμπά.

ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ,ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ,18 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ,ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ,
 
Το 1919 ο Ελευθέριος Βενιζέλος διόρισε τον Καζαντζάκη Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Περιθάλψεως με αποστολή τον επαναπατρισμό Ελλήνων από την περιοχή του Καυκάσου. Οι εμπειρίες που αποκόμισε αξιοποιήθηκαν αργότερα στο μυθιστόρημά του Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται. Τον επόμενο χρόνο, μετά την ήττα του κόμματος των Φιλελευθέρων, ο Καζαντζάκης αποχώρησε από το Υπουργείο Περιθάλψεως και πραγματοποίησε αρκετά ταξίδια στην Ευρώπη.

Πέθανε στις 26 Οκτωβρίου 1957, σε ηλικία 74 ετών, στο Φράιμπουργκ της Γερμανίας. Η σορός του μεταφέρθηκε στην Αθήνα, αλλά η Εκκλησία της Ελλάδος αρνήθηκε να την εκθέσει σε λαϊκό προσκύνημα. Το προσκύνημα έγινε, τελικά, στον μητροπολιτικό ναό του Ηρακλείου. Δεν εψάλη νεκρώσιμος ακολουθία, αλλά πλήθος κόσμου ακολούθησε τον νεκρό στην ταφή του, στα ενετικά τείχη της πόλης. Αργότερα, στον τάφο του θα χαραχθεί η επιγραφή που ο ίδιος είχε επιλέξει: «Δεν ελπίζω τίποτα. Δεν φοβούμαι τίποτα. Είμαι ελεύθερος».


Περισσότερες πληροφορίες για τη ζωή και τα έργα του Καζαντζάκη θα βρείτε εδώ

 

Από το Blogger.